ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΤΗΤΑ

Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται έντονη αναταραχή σχετικά με την άνοδο και την εκτεταμένη χρήση τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου, αφού αξιοποιούνται όλο και περισσότερο από τις δημόσιες αρχές των χωρών, μεταξύ άλλων για την αναγνώριση και τη δίωξη πιθανών εγκληματιών. Η χρήση τέτοιων τεχνολογιών χωρίς τη συγκατάθεση των πολιτών θα μπορούσε να έχει πιθανά οφέλη για την ασφάλειά τους, ωστόσο, εκτός από τους ηθικούς προβληματισμούς που εμφανώς εγείρει, αναμφίβολα αποτελεί μία περίπτωση πιθανής παραβίασης της ιδιωτικότητας των πολιτών, η οποία απαιτεί προσεκτική προηγούμενη εκτίμηση των επιπτώσεων αλλά και διασφάλιση λήψης κατάλληλων μέτρων για τον περιορισμό των αρνητικών αυτών επιπτώσεων στην προσωπική τους ζωή.

Τέτοια εργαλεία δεν είναι πάντα απαραίτητα για την εύρεση υπόπτων, ωστόσο η χρήση γίνεται όλο και πιο συχνή. Η αναγνώριση προσώπου χρησιμοποιείται ευρέως πλέον σε τράπεζες, αεροδρόμια και ιδρύματα υγειονομικής περίθαλψης για να προσδιοριστεί με ακρίβεια εάν ένα άτομο είναι πράγματι αυτό που δηλώνει, πρακτική που απαιτεί σίγουρα μία ευαίσθητη εξισορρόπηση μεταξύ των δικαιωμάτων των οποίων η προστασία επιδιώκεται.

Μία από τις πιο σοκαριστικές, θα έλεγε κανείς, εφαρμογές της τεχνολογίας αυτής παρακολούθησης, αποτελεί το σύστημα παρακολούθησης της Κίνας, η οποία διαθέτει το μεγαλύτερο δίκτυο καμερών στον κόσμο, χρησιμοποιώντας πάνω από τις μισές κάμερες που υπάρχουν σε ολόκληρο τον κόσμο.Το σύστημα αυτό θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το γνωστό «Πανοπτικόν», ένα κτήριο φυλακής που σχεδιάστηκε μόλις το 1785 από τον φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Jeremy Bentham και ο σχεδιασμός του επιτρέπει την πλήρη και συνεχή επίβλεψη όλων των κρατούμενων. Στην πραγματικότητα της Κίνας, το σύστημα παρακολούθησης σαρώνει μέσω των καμερών τα χαρακτηριστικά του προσώπου των ανθρώπων στους δρόμους από διάφορα καρέ βίντεο σε πραγματικό χρόνο, δημιουργώντας έναν εικονικό χάρτη του προσώπου. Οι κάμερες αναγνώρισης προσώπου αξιοποιούνται σε πλήθος δραστηριοτήτων, όπως με σκοπό την παρακολούθηση των τουριστών σε πολιτιστικά μνημεία, τον έλεγχο σε αεροδρόμια, μέχρι την αστυνόμευση βάσει των προφίλ των πολιτών ή με στόχο την άσκηση πολιτικών πιέσεων. Με τον τρόπο αυτό, τελικά οι άνθρωποι υποχρεούνται να υπακούουν στους νόμους της χώρας, ακριβώς επειδή αισθάνονται ότι παρακολουθούνται διαρκώς.

Ένα άλλο πρόσφατο παράδειγμα που καταδεικνύει την εκτεταμένη χρήσης συστημάτων αναγνώρισης προσώπου αποτελεί η υπόθεση του FBI, το οποίο χρησιμοποίησε τέτοιες τεχνολογίες για τον εντοπισμό ενός ταραχοποιού των γεγονότων του Καπιτωλίου στις Η.Π.Α. από τις δημοσιεύσεις της φίλης του στο Instagram. Οι ομοσπονδιακοί πράκτορες έψαξαν ένα συγκεκριμένο άτομο στο διαδίκτυο, αξιοποιώντας εικόνες από τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των εικόνων που είχαν κοινοποιηθεί στο Twitter, με τη χρήση ενός εργαλείου αναγνώρισης προσώπου ανοιχτού κώδικα, «γνωστού για την εξαγωγή αξιόπιστων αποτελεσμάτων», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν. Η έρευνα αυτή οδήγησε σε ένα δημόσιο προφίλ στο Instagram, το οποίο άνηκε στη φίλη του υπόπτου και περιείχε πλήθος φωτογραφιών του.

Οι φωτογραφίες στον λογαριασμό έδειξαν ότι ο ύποπτος φορούσε τα ίδια ρούχα με εκείνα που τραβήχτηκαν σε φωτογραφίες στο Καπιτώλιο. Κατόπιν, οι ομοσπονδιακοί πράκτορες εντόπισαν τους λογαριασμούς Facebook που ανήκαν στα μέλη της οικογένειάς του, αποκαλύπτοντας τελικά το πλήρες όνομα του υπόπτου. Στη συνέχεια, αφού συσχέτισαν την ταυτότητά του με τα αρχεία αδειών οδήγησης του κράτους, τον παρακολούθησαν στο σπίτι και στον χώρο εργασίας του, όπου εντοπίστηκε ακόμη και από το χαρακτηριστικό καπέλο του, το οποίο φορούσε την ημέρα των γεγονότων στις Η.Π.Α.

Γίνεται έτσι απολύτως σαφές ότι όλες οι βιομετρικές πληροφορίες που συλλέγονται μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αναγνώριση ενός ανυποψίαστου ατόμου στο μέλλον. Σε συνδυασμό μάλιστα με το ενδιαφέρον  των κορυφαίων εταιρειών της βιομηχανίας, όπως η IBM, το Facebook και η Amazon, προβλέπεται η ευρεία εφαρμογή τέτοιων τεχνολογιών στο μέλλον, τόσο για λόγους πρόσβασης όσο και ασφάλειας των συναλλαγών. Αυτές οι πληροφορίες μπορούν επιπλέον να χρησιμοποιηθούν ακόμη και κατά λάθος ή για σκοπό διαφορετικό από τον οποίο συλλέχθηκαν εξ αρχής. Για αυτό και η μακροζωία αυτών των τεχνολογιών σε δημόσιο περιβάλλον θα πρέπει να διασφαλιστεί με κάθε τρόπο..

Όσον αφορά τη συγκατάθεση των ίδιων των ατόμων, πιθανές συμφωνίες παροχής συγκατάθεσης αποτελούν μάλλον ένα σαθρό ρυθμιστικό εργαλείο που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη νομιμότητα μίας τέτοιου μεγέθους επεξεργασίας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων. Η ατομική συγκατάθεση για τη χρήση τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου αποδεικνύεται ιδιαίτερα ακανθώδης, αφού θέτει σε κίνδυνο τη συλλογική ιδιωτικότητα.

Ενώ οι νεότεροι κανονισμοί, όπως ο GDPR και ο CCPA, αποτελούν ισχυρές βάσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των πολιτών, υπάρχει ανάγκη για αυστηρότερη ρύθμιση των τεχνολογιών αυτών, με πρόβλεψη αυστηρότερων μέτρων αλλά και κυρώσεων. Οι άνθρωποι κινδυνεύουν να συμφιλιωθούν με την ιδέα της μόνιμης και διαρκούς παρακολούθησης, ως μίας πρακτικής αναμενόμενης και φυσιολογικής. Ακόμη περισσότερο, όσα παιδιά γεννιούνται και μεγαλώνουν σε τέτοια περιβάλλοντα παρακολούθησης είναι πιθανό να μην προβάλλουν καμία αντίσταση στην χρήση των εικόνων τους για οποιανδήποτε σκοπό, ενώ είναι ήδη διατεθειμένα να εκχωρήσουν σε οποιοδήποτε μέσο τα προσωπικά τους δεδομένα.

Με την ανοχή και την αποδοχή τέτοιων πρακτικών αναγνώρισης και καταχώρισης προσωπικών χαρακτηριστικών, τελικά ο άνθρωπος αλλοιώνεται και λησμονεί τα δικαιώματά του προς την ελεύθερη επιλογή συμπεριφοράς. Οι παρεμβάσεις στην προσωπική ζωή θεωρούνται πλέον μέρος της καθημερινότητας και οποιοδήποτε ψήγμα ελευθερίας και μοναδικότητας κινδυνεύει να χαθεί διά παντός.

Top